Αύξηση συχνότητας Φάσματος Αυτισμού

Αύξηση συχνότητας Φάσματος Αυτισμού

Από Μιχάλη Ιασονίδη, παιδίατρο

Ο αυτισμός είναι μια νευροαναπτυξιακή νόσος με βιολογικό υπόστρωμα και υψηλού βαθμού κληρονομικότητα. Οι ακριβείς αιτίες που οδηγούν στο λεγόμενο Φάσμα του Αυτισμού (ASD-autism spectrum disorders) δεν είναι γνωστές. Ειδικοί παραδέχονται ότι σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση του φαινομένου παίζουν τόσο γενετικοί, όσο και περιβαλλοντικοί παράγοντες.

Τα παιδιά που βρίσκονται στο Φάσμα του Αυτισμού χαρακτηρίζονται από εσωστρέφεια, έλλειψη βλεμματικής επαφής, έλλειψη κοινωνικής συμπεριφοράς, αγοραφοβία και έλλειψη προσαρμοστικότητας, ιδίως σε καινούριες καταστάσεις. Στις βαρύτερες περιπτώσεις Αυτισμού μπορεί να απουσιάζει ο λόγος ή να παρατηρηθεί υποστροφή των όποιων ικανοτήτων είχε αναπτύξει το παιδί μέχρι τα τρία του περίπου χρόνια.

Εμπόδια στην έγκαιρη διάγνωση και ορθή αντιμετώπιση του Αυτισμού αποτελούν η ελλιπής πληροφόρηση, η απουσία αντικειμενικών διαγνωστικών κριτηρίων και συγκεκριμένη παθογένεση, καθώς και η μη έγκαιρη αντιμετώπιση.

Τα τελευταία χρόνια τα περιστατικά που εντάσσονται στο φάσμα του αυτισμού έχουν αυξηθεί ελαφρώς. Η αύξηση πιθανώς να οφείλεται στη βελτίωση των μεθόδων διάγνωσης και στην ευαισθητοποίηση των επαγγελματιών που ασχολούνται με παιδιά (γιατρών, δασκάλων κλπ.).

Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις του CDC (κέντρο ελέγχου και πρόληψης ασθενειών), 1 κάθε 59 παιδιά ηλικίας 8 ετών (1,68%) είχε διαγνωστεί με ASD το 2014, ενώ το 2012 1 κάθε 68 (1,46%). Η συχνότητα στα αγόρια (2,66%) εμφανίζεται να είναι τετραπλάσια από ότι στα κορίτσια (0,66%).

Σε διάφορες μελέτες φαίνεται ότι το 31% των παιδιών με ASD είχαν ταξινομηθεί ως άτομα με νοητική υστέρηση (IQ ≤70), το 25% ήταν στην οριακή περιοχή (IQ 71-85), ενώ το 44% είχε IQ πάνω από το μέσο όρο (IQ > 85).

Λόγω της αύξησης της συχνότητας του ASD, η ανάγκη για συμπεριφορικές και εκπαιδευτικές παρεμβάσεις, όπως επίσης και οι υπηρεσίες για οικιστική και επαγγελματική αποκατάσταση των παιδιών αυτών θα παρουσιάσουν αυξημένη ζήτηση τα επόμενα χρόνια.

Πρώτη προτεραιότητα παραμένει η έγκαιρη διάγνωση των παιδιών με ASD, που θα οδηγήσει σε πρώιμη παρέμβαση, με όλα τα θετικά επακόλουθα.

I

Οι γονείς πρέπει να εμπλέκονται από τον παιδίατρο και άλλους επαγγελματίες υγείας στην παρακολούθηση της ανάπτυξη του παιδιού τους, ώστε να μπορέσουν να δράσουν νωρίς, αν εντοπιστεί κάποιο πρόβλημα. Τέτοια δυνατότητα παρέχει και το «Βιβλιάριο υγείας του παιδιού» του Υπουργείου Υγείας, το οποίο πρέπει να συμπληρώνεται από τους γονείς σε ηλικίες σταθμούς (3, 7, 12, 18, 24 και 36 μηνών) και να ελέγχεται από τον παιδίατρο ή τις επισκέπτριες υγείας. Οι πάροχοι υγείας πρέπει να είναι σε θέση να αναγνωρίζουν μια τέτοια κατάσταση, ώστε να βοηθήσουν γονείς και παιδί με έγκαιρη και αποτελεσματική παρέμβαση.

Βασικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση αποτελούν τα πιο κάτω:

  • Διάγνωση του αυτισμού με τη χρήση πιστοποιημένων εξετάσεων (M-CHAT, ADOS-G, ADI-R) από εξειδικευμένο Παιδοψυχίατρο, Παιδοψυχολόγο, Παιδονευρολόγο ή Αναπτυξιολόγο.
  • Αιματολογικές εξετάσεις, όπου χρειάζονται..
  • Παρακολούθηση από κατάλληλο παιδοψυχολόγο, λογοθεραπευτή, εργασιοθεραπευτή, μουσικοθεραπευτή κλπ.
  • Επιλογή κατάλληλου ειδικού σχολείου, αν υπάρχει.
  • Αποφυγή στρεσογόνων καταστάσεων.
  • Χορήγηση ειδικών φαρμάκων σε ειδικές περιπτώσεις π.χ. εκδήλωσης αυτοκαταστροφικών τάσεων.
  • Χορήγηση ειδικών διατροφικών σκευασμάτων για την αντιμετώπιση της φλεγμονής (π.χ. λουτεολίνης).
  • Συνεχής ενημέρωση του θεράποντος ιατρού σχετικά με την πορεία του ασθενούς και ενημέρωση των γονέων για τις τελευταίες εξελίξεις που αφορούν τον Αυτισμό.
print

Σχετικά Άρθρα