Τα παιδιά θρηνούν διαφορετικά από τους ενήλικες
Από Ελένη Ιασονίδου, Ψυχολόγο
Όταν ένα μέλος της οικογένειας πεθάνει, τα παιδιά αντιδρούν διαφορετικά από τους ενήλικες. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας (2 έως 6 ετών) αντιλαμβάνονται συνήθως τον θάνατο ως κάτι προσωρινό και αναστρέψιμο, σαν ένα αποχωρισμό. Πιστεύουν δηλαδή ότι αυτός που πέθανε μπορεί να επιστρέψει. Αυτή η αντίληψη ενισχύεται και από τους χαρακτήρες των κινούμενων σχεδίων, οι οποίοι έχουν την ικανότητα να πεθαίνουν και να ξαναζωντανεύουν. Τα παιδιά μεταξύ πέντε και εννέα αρχίζουν να σκέπτονται περισσότερο σαν τους ενήλικες για το θάνατο. Ωστόσο, εξακολουθούν να πιστεύουν ότι δεν θα συμβεί ποτέ σε αυτούς ή σε κάποιον που γνωρίζουν.
Αυτό που πολλές φορές επιφέρει επιπρόσθετο σοκ και σύγχυση στο παιδί μετά τον θάνατο κάποιου σημαντικού προσώπου στην ζωή του, είναι η συναισθηματική απουσία των άλλων μελών της οικογένειας, οι οποίοι έχουν κι αυτοί κλονιστεί από τον θάνατο και δεν είναι σε θέση να συμπαρασταθούν στο παιδί.
Οι γονείς θα πρέπει να γνωρίζουν τις φυσιολογικές αντιδράσεις ενός παιδιού σε σχέση με το θάνατο, όπως και τα σημάδια που δείχνουν ότι το παιδί δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει τη θλίψη που επιφέρει. Είναι φυσιολογικό κατά τις εβδομάδες που ακολουθούν το θάνατο κάποια παιδιά να αισθάνονται άμεση θλίψη, ενώ άλλα εξακολουθούν να πιστεύουν ότι το μέλος της οικογένειας είναι ακόμα ζωντανό. Ωστόσο, η μακροχρόνια άρνηση του θανάτου ή η αποφυγή του πένθους δεν είναι συναισθηματικά υγιές και μπορεί στο μέλλον να οδηγήσει σε σοβαρότερα προβλήματα.
Όταν το παιδί φοβάται να παρευρεθεί στην κηδεία δεν πρέπει να αναγκαστεί να το κάνει. Ωστόσο, βοηθητικό θα ήταν να τιμάται η μνήμη αυτού που έφυγε με κάποιο τρόπο, όπως να ανάψετε ένα κερί, να πείτε μια προσευχή, να φτιάξετε ένα λεύκωμα, να ανατρέξετε σε παλιές φωτογραφίες ή να πείτε μια ιστορία. Με αυτό τον τρόπο το παιδί θα καταφέρει να φέρει στο μυαλό του το άτομο που έφυγε και θα έχει τη δυνατότητα να εκφράσει τα συναισθήματα του για την απώλεια.
Όταν τελικά το παιδί αποδεχθεί τον θάνατο, είναι πιθανό να παρουσιάζει υποτροπή της θλίψης που θα νιώσει, συχνά σε απροσδόκητες στιγμές. Τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας θα πρέπει να περάσουν όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο με το παιδί, καθιστώντας σαφές ότι το παιδί έχει την άδεια να δείξει τα συναισθήματά του ανοιχτά και ελεύθερα.
Όταν το άτομο που έφυγε ήταν απαραίτητο για τη δημιουργία συναισθηματικής σταθερότητας στο παιδί, τότε ο θυμός είναι μια φυσική αντίδραση στην απώλεια ενός τέτοιου προσώπου. Οι τρόποι που μπορεί να εξωτερικευθεί αυτός ο θυμός είναι μέσα από έντονο ή άγριο παιχνίδι, εφιάλτες, ευερεθιστότητα ή και διάφορες άλλες συμπεριφορές. Συχνά το παιδί θα δείξει θυμό προς τα επιζώντα μέλη της οικογένειας.
Αφού ένας γονέας πεθάνει, πολλά παιδιά ίσως παλινδρομήσουν σε προηγούμενα αναπτυξιακά στάδια. Το παιδί μπορεί προσωρινά να παρουσιάζει συμπεριφορές και αντιδράσεις που ίσως να αντικατοπτρίζουν ένα μικρότερης ηλικίας παιδί. Για παράδειγμα μπορεί να ζητήσει να το ταΐσει κάποιος, μπορεί να ζητά συνεχώς την προσοχή των άλλων και την αγκαλιά ενός σημαντικού προσώπου.
Παιδιά μικρότερης ηλικίας συχνά πιστεύουν ότι είναι οι ίδιοι υπαίτιοι για το τι συμβαίνει γύρω τους. Ένα μικρό παιδί μπορεί να πιστεύει ότι ένα αγαπημένο του πρόσωπο πέθανε επειδή ήταν θυμωμένο μαζί του ή σκέφτηκε ότι ήθελε αυτό το άτομο να πεθάνει. Το παιδί μπορεί να αισθανθεί ένοχο και να κατηγορεί τον εαυτό του επειδή η “επιθυμία” του έγινε πραγματικότητα.
Τα παιδιά που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα με την απώλεια και το πένθος μπορεί να εμφανίσουν ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω συμπτώματα:
-
Εκτεταμένη περίοδο κατάθλιψης, κατά την οποία το παιδί δεν δείχνει το συνηθισμένο ενδιαφέρον για καθημερινές δραστηριότητες, όπως παλιά.
-
Διαταραχές του ύπνου ή μειωμένη όρεξη για φαγητό ή/και αυξημένο φόβο στο να μείνει μόνο του.
-
Παλινδρόμηση σε προηγούμενο αναπτυξιακό στάδιο που διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα.
-
Επανειλημμένες εκφράσεις της επιθυμίας να βρεθούν με τον αποθανόντα.
-
Απόσυρση από φίλους.
-
Απότομη πτώση της σχολικής επίδοσης ή άρνηση σχολικής φοίτησης.