Ετεροχρωμία οφθαλμών, περίεργη και ωραία παραλλαγή. Τι μπορεί να κρύβει;

Ετεροχρωμία οφθαλμών, περίεργη και ωραία παραλλαγή. Τι μπορεί να κρύβει;

Από Μιχάλη Ιασονίδης, παιδίατρο, Κέντρο Υγείας Παιδιών και Εφήβων “Ηλιακτίδα”

Η διαφορά στο χρώμα των ματιών, γνωστή και ως ετεροχρωμία, μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορα γενετικά σύνδρομα και καταστάσεις. Ορισμένα από τα σύνδρομα που σχετίζονται με διαφορετικό χρώμα ματιών περιλαμβάνουν:

 

  1. Σύνδρομο Waardenburg: Πρόκειται για μια γενετική διαταραχή που επηρεάζει την ανάπτυξη των κυττάρων της χρωστικής. Εκτός από την ετεροχρωμία, το σύνδρομο Waardenburg μπορεί να προκαλέσει και άλλα συμπτώματα, όπως απώλεια ακοής, λευκές τούφες μαλλιών και ασυνήθιστο χρώμα δέρματος.

 

  1. Νευροϊνωμάτωση τύπου 1 (NF1): Αυτή η διαταραχή μπορεί να προκαλέσει διάφορα δερματικά και νευρολογικά προβλήματα. Η ετεροχρωμία είναι ένα από τα πιθανά συμπτώματα, καθώς και οι καφέ κηλίδες (café-au-lait spots) στο δέρμα και οι όγκοι των νεύρων.

 

  1. Σύνδρομο Horner: Η ετεροχρωμία μπορεί να προκύψει όταν αυτό το σύνδρομο αναπτύσσεται σε μικρή ηλικία. Προκαλείται από βλάβη στο συμπαθητικό νευρικό σύστημα και μπορεί επίσης να προκαλέσει πτώση βλεφάρου και μείωση του μεγέθους της κόρης του οφθαλμού.

 

  1. Σύνδρομο Piebaldism: Πρόκειται για μια σπάνια γενετική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την παρουσία άχρωμων κηλίδων στο δέρμα και τα μαλλιά. Η ετεροχρωμία των ματιών μπορεί να είναι ένα από τα χαρακτηριστικά αυτού του συνδρόμου.

 

  1. Σύνδρομο Sturge-Weber: Αυτό το σύνδρομο, που συνήθως σχετίζεται με αιμαγγειώματα στο πρόσωπο, μπορεί επίσης να επηρεάσει το χρώμα των ματιών, οδηγώντας σε ετεροχρωμία.

 

  1. Σύνδρομο Tietz: Μια πολύ σπάνια γενετική διαταραχή που προκαλεί αλμπινισμό και μπορεί να συνοδεύεται από ετεροχρωμία και απώλεια ακοής.

 

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ετεροχρωμία μπορεί να είναι είτε συγγενής (υπάρχει από τη γέννηση) είτε επίκτητη λόγω τραυματισμών, φλεγμονών ή άλλων οφθαλμολογικών καταστάσεων. Εάν κάποιος παρατηρήσει αλλαγή στο χρώμα των ματιών του παιδιού του, είναι σημαντικό να συμβουλευτεί έναν ειδικό γιατρό για περαιτέρω αξιολόγηση.

print

Σχετικά Άρθρα