Περί εμβολίων γρίπης ο λόγος….

Περί εμβολίων γρίπης ο λόγος….

Από Μιχάλη Ιασονίδη, παιδίατρο*

Φέτος η ιατρική κοινότητα με ικανοποίηση παρέλαβε σχετικά έγκαιρα (25/09/2020) την απόφαση του Υπουργείου Υγείας, που κοινοποιήθηκε μέσω του ΟΑΥ ότι θα εμβολιαστεί δωρεάν μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, μέσω των Προσωπικών τους Ιατρών (είτε Προσωπικών Ιατρών για Ενήλικες, είτε Παιδιάτρων) με το εμβόλιο της εποχιακής γρίπης 2020-21.

Η ανακοίνωση με λεπτομέρεια αναφέρεται στις ομάδες που θα έπρεπε να εμβολιαστούν, όπως φαίνεται παρακάτω:

  1. Άτομα ηλικίας 65 χρονών και άνω.
  2. Όσοι ανεξαρτήτως ηλικίας που παρουσιάζουν ένα ή/και περισσότερους από τους εξής επιβαρυντικούς παράγοντες: άσθμα ή άλλες χρόνιες πνευμονοπάθειες, καρδιακή νόσο με σοβαρές αιμοδυναμικές διαταραχές, ανοσοκαταστολή, μεταμόσχευση οργάνων , δρεπανοκυτταρική νόσος και άλλες σοβαρές αιμοσφαιρινοπάθειες, σακχαρώδη διαβήτη ή άλλο χρόνιο μεταβολικό , νοσογόνος παχυσαρκία (μεταβολικό σύνδρομο) με δείκτη Μάζας Σώματος (ΒΜΙ)>40 kg/m2, χρόνια νεφροπάθεια και ηπατοπάθεια.
  3. Έγκυοι ανεξαρτήτως ηλικίας κύησης, λεχωίδες και θηλάζουσες.
  4. Όσοι λαμβάνουν χρόνια ασπιρίνη για διάφορους ιατρικούς λόγους και
  5. Για λόγους προληπτικούς και Δημόσιας Υγείας πρέπει να εμβολιαστούν οι παρακάτω:

α. Άτομα που βρίσκονται σε στενή επαφή με παιδιά ηλικίας κάτω των 6 μηνών ή φροντίζουν άτομα που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου.

β. Παιδιά άνω των 6 μηνών μέχρι 15 ετών συμπεριλαμβανομένων.

γ. Εργαζόμενοι σε χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας (ιατρονοσηλευτικό και άλλο προσωπικό) και σε κέντρα διαμονής προσφύγων/ μεταναστών.

δ. Κλειστοί πληθυσμοί (προσωπικό και εσωτερικοί σπουδαστές σχολείων, στρατιωτικών και αστυνομικών σχολών, τρόφιμοι και προσωπικό ιδρυμάτων, νεοσύλλεκτοι στις ένοπλες δυνάμεις κ.ά.). Στρατεύσιμοι στα κέντρα κατάταξης και ειδικά όσοι κατατάσσονται κατά τους χειμερινούς μήνες.

ε. Κτηνίατροι καθώς και οι επαγγελματίες στο χώρο της ζωικής παραγωγής.

Βέβαια η Ιατρική κοινότητα επεσήμανε έγκαιρα την πιθανή δυσκολία και επιβάρυνση των ιατρείων των πρωτοβάθμιων ιατρών από την πολύ μεγάλη προσέλευση ασθενών εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού για εμβολιασμό τόσο μεγάλου αριθμού δικαιούχων, σε μικρό χρονικό διάστημα. Από την άλλη όμως αποδέχτηκε αυτό το ρόλο, λόγω του μεγάλου οφέλους στη δημόσια υγεία του τόπου.

Από δω και πέρα όμως ξεκινούν τα παρατράγουδα που έχουν να κάνουν με την παραγγελία και την προμήθεια του απαραίτητου αριθμού εμβολίων για κάλυψη των πιο πάνω ομάδων του πληθυσμού. Να αναφέρουμε ότι φέτος υπήρχε μια ειδοποιός διαφορά σε σχέση με προηγούμενες χρονιές. Με την εφαρμογή του ΓεΣΥ και την θεωρητική πρόθεση του Υπουργείου να παραγγείλει μεγαλύτερη ποσότητα εμβολίων, οι ιδιώτες προμηθευτές δεν θέλησαν να αναλάβουν το ρίσκο να φέρουν εμβόλια που πιθανόν να έμεναν αδιάθετα στην ελεύθερη αγορά.

Για να πούμε και του στραβού το δίκιο ο ΟΑΥ κράτησε και μια πισινή και αναφέρει στην ανακοίνωση του ότι: «Σημειώνεται ότι βάσει της ροής των ποσοτήτων παραλαβής εμβολίων και του ιατρικού ιστορικού κάθε ασθενούς θα διενεργείται προτεραιοποίηση από τον Προσωπικό του Ιατρό», ρίχνοντας έτσι το βάρος σε αυτούς που κατ’ ουσία δεν έχουν καμμιά ευθύνη για το ότι μεγάλο μέρος όσων πρέπει να εμβολιαστούν, θα μείνουν ανεμβολίαστοι.

Με βάση λοιπόν τον καθορισμό των ομάδων του πληθυσμού που πρέπει να εμβολιαστούν, θα έπρεπε το τμήμα προμηθειών των φαρμακευτικών υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας να προβεί σε ορισμένους απλούς μαθηματικούς συλλογισμούς με τη χρήση στοιχείων της στατιστικής υπηρεσίας. Έτσι με βάση την κατανομή του πληθυσμού έχουμε 140.000 άτομα πάνω από 65 χρόνων, έχουμε 140.000 από 6 μηνών μέχρι 15 χρονών (που χρειάζονται 160.000 δόσεις, γιατί τα παιδιά μέχρι 8 χρόνων που πρώτη φορά εμβολιάζονται θα πρέπει να λάβουν 2 δόσεις του εμβολίου), ενώ όλοι οι υπόλοιποι δικαιούχοι (ευάλωτες ομάδες κλπ.) υπολογίζονται με πολύ συντηρητικούς υπολογισμούς σε 50.000. Άρα θα χρειάζονταν συνολικά περίπου 350.000 δόσεις του εμβολίου.

Τώρα τι έγινε στην πράξη. Η πρώτη παραγγελία του Υπουργείου ήταν 70.000 δόσεις. Όταν στη σύσκεψη στις 6 Ιουλίου 2020 όλων των εμπλεκομένων (Υπουργείο Υγείας, Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας, Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος, Παιδιατρική Εταιρεία Κύπρου, Εταιρεία Περιγεννητικής Ιατρικής Κύπρου, Κυπριακή Ένωση Φαρμακευτικών Εταιρειών Έρευνας και Ανάπτυξης, Ομοσπονδία Συνδέσμων Ασθενών Κύπρου) και με θέμα: «τα εμβόλια στο ΓΕΣΥ» επισημάνθηκε από τον ΠΙΣ και την ΠΕΚ ότι αυτή η ποσότητα ήταν ανεπαρκής τότε (λίγες μέρες μετά) ανακοινώθηκε ότι θα γινόταν συμπληρωματική παραγγελία άλλων 30.000 εμβολίων. Και πάλι οι ΠΙΣ και ΠΕΚ επέμεναν ότι δεν ήταν αρκετά και έτσι προ ημερών (τέλος Σεπτεμβρίου) μαθεύτηκε (χωρίς να ανακοινωθεί επίσημα) ότι εξευρέθηκαν άλλα 35.000 εμβόλια. Με τις καλύτερες λοιπόν προϋποθέσεις θα υπάρξουν μέσω του Υπουργείου 135.000 δόσεις. Άλλες 18.000 ήρθαν ή θα έρθουν μέσω της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Όπως είναι φανερό λοιπόν μόνο για το 40% των ομάδων που χρήζουν εμβολιασμού, χωρίς να υπολογίζουμε και αυτούς που θα ήθελαν να εμβολιαστούν και δεν ανήκουν στις πιο πάνω ομάδες, θα φτάσουν τα εμβόλια που ήρθαν ή θα έρθουν στην Κύπρο.

Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα όσον αφορά τον εμβολιασμό του πληθυσμού είναι η μεγάλη καθυστέρηση στην παραλαβή και διανομή των εμβολίων. Μέχρι τώρα έχουν έρθει 8.000 με ιδιωτική πρωτοβουλία στις αρχές Σεπτεμβρίου, 35.000 μέσω ΟΑΥ αρχές Οκτωβρίου, ενώ αναμένονται άλλες 17.500 την επόμενη βδομάδα. Όπως είναι φανερό η παραλαβή και προμήθεια των εμβολίων γίνεται με πολύ αργούς ρυθμούς, χωρίς να δίνεται μια σαφής δικαιολόγηση αυτής της καθυστέρησης.

Είμαστε πεισμένοι ότι πάσχει ο τρόπος υπολογισμού των αναγκών και έγκαιρης παραγγελίας των απαιτούμενων ποσοτήτων. Μια άλλη παράμετρος είναι και η εκτίμηση, από τα κέντρα λήψης αποφάσεων της σοβαρότητας μιας επιδημίας γρίπης στην περίοδο του χειμώνα, εν μέσω πανδημίας από κορωνοϊό. Πρέπει να εκτιμιέται σωστά η επιβάρυνση που μπορεί να επιφέρει στο σύστημα υγείας και στα νοσοκομεία μια τέτοια επιδημία και πόσο σημαντική είναι η έγκριση και διάθεση των αναγκαίων κονδυλίων για μια τέτοια ανάγκη. Το Υπουργείο Υγείας και η Επιτροπή Υγείας της Βουλής, αλλά και η Ομοσπονδία Συνδέσμων Ασθενών Κύπρου πρέπει να τοποθετηθούν επ’ αυτού.

Ευελπιστούμε ότι το φετινό πάθημα θα γίνει μάθημα, για να μη συνεχιστεί αυτή η απαράδεχτη κατάσταση και τα επόμενα χρόνια.

*πρώην πρόεδρος Παιδιατρικής Εταιρείας Κύπρου, μέλος ΣΙΣ, κέντρο Υγείας Παιδιών και Εφήβων «ΗΛΙΑΚΤΙΔΑ»
print

Σχετικά Άρθρα